Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2015

Αλλόκοτο μυστήριο

        Θυμάμαι καθαρά την εποχή της μεγάλης μου αναζήτησης κι αυτό το «επί γης» θαρρώ πως ήρθε σαν λύτρωση σε μιαν απαίτηση επιτακτική. Ένας Θεός εξ αποστάσεως που μου συνέστησαν, από εκεί ψηλά, με άφηνε με το πλατωνικό απωθημένο του «Θεός ανθρώπω ου μείγνυται»(2). Στη ζωή κατάλαβα νωρίς: μοναχά σαν χτίσω σχέση ουσιαστική μπορώ να προχωρήσω. Όχι από δειλία ή φόβο, μα από ανάγκη υπαρκτική. Αν υπάρχεις Θεέ μου και με έφτιαξες και είμαι εδώ ζωντανός με τις πέντε μου αισθήσεις, ζητώ με αυτές να Σε συναντήσω, να Σε νιώσω, να Σου μιλήσω.
          Αυτό το «επί γης» είναι απόδειξη πως «υπεραναβέβηκεν αγάπη κρίσεως»(3) ο Θεός «δια το αγιασθήναι τω ανθρωπίνω του Θεού τον άνθρωπον»(4). Κι έτσι ξέρω πια πως δεν ήρθε να με κρίνει, αλλά να ντυθεί το φύραμα μου για να δημιουργήσουμε μαζί, να σχεδιάσουμε το μέλλον μου, να αγιάσει κάθε παραμικρό μου θέλω. Και μέσα εκεί, σε αυτή την αγκάλη, να μπορώ να αγαπήσω και να ξέρω πως κάθε μου έρωτας θα βρίσκει κατάλυμα στον έρωτα Του.(5) Ήρθε «μορφήν δούλου λαβών»(6) για να αδειάσει τον ωκεανό της θεότητας Του μέσα στη δική μου πραγματικότητα κι έτσι να γνωρίσω το δικαίωμα μου στο «καθ’ ομοίωσιν»(7).


       Αυτή η τρέλα του «επί γης» είναι απόδειξη πως πριν πιστέψω εγώ σε Αυτόν, πιστεύει Αυτός σε μένα κόντρα σε κάθε λογική. Με αποδέχεται όπως είμαι με τα στραβά κι ανάποδα μου γιατί πιστεύει πως «μπορώ να υπάρχω ολόκληρος μέσα στη σχέση αυτή, όχι να είμαι απλά ένα καλό παιδί ή ένας συγχωρεμένος»(8). Κι ας προδίδω την αγάπη Του. Κι ας απομακρύνομαι με την ελευθερία που μου χάρισε. Κι ας αρνούμαι ακόμα κι ότι Υπάρχει.
          Αυτή Του η εμπιστοσύνη γεννά τη δική μου πίστη για Εκείνον και με λιώνει σαν κερί γιατί ποτέ δεν φάνηκα αντάξιος της αφοσίωσης Του. Στα όρια της ανθρώπινης κατανόησης γνώρισα μαζί με τον υμνωδό πως «ἄσαρκος γὰρ ὢν, ἐσαρκώθη ἑκών· καὶ γέγονεν ὁ Ὢν ὃ οὐκ ἦν δι’ ἡμᾶς· καὶ μὴ ἐκστὰς τῆς φύσεως, μετέσχε τοῦ ἡμετέρου φυράματος»(9). Σε αυτήν εδώ ακριβώς την ενσάρκωση ξεκινά η ανθρώπινη ιστορία από την αρχή με τη δική μου συμμετοχή, τη δική μου συγκατάβαση, το δικό μου ανθρώπινο μεγάλο ναι.    
          Αυτό το αλλόκοτο μυστήριο που παρακολουθώ εμπρός μου δεν είναι γεγονός που κάποτε συνέβη και ψάχνω τρόπο να πιαστώ. Είναι σε χρόνο ενεστώτα χτίσιμο γέφυρας με σκοπό να συναντήσω εδώ, στην καθημερινότητα μου, τον Μεγάλο Επισκέπτη και μαζί Του να περάσω απέναντι, στη δική του αχρονία. Αυτή ακριβώς η διάβαση είναι που κάνει τα Χριστούγεννα γιορτή!
         Μιαν ανάμνηση την εξαντλεί κανείς σε μια κουβέντα, σε έναν στοχασμό αν θέλεις βαθύτερο, σε ένα συμπόσιο λογίων εκλεπτυσμένο. Και από τέτοιες αναμνήσεις μέλλοντος αδειανές, μπουχτίσαμε θαρρώ. Του Χριστού η γέννα είναι γιορτή γιατί διαδραματίζεται στο εδώ και στο τώρα μου που ελεύθερα μπορώ να πραγματώσω, εν Θεώ. Του Χριστού η Γέννα είναι γιορτή γιατί ευωδιάζει απ’ των ποιμένων το σπήλαιο κιόλας, Ανάσταση, κι ας περνάει πρώτα απ’ το Σταυρό. Του Χριστού η Γέννα είναι γιορτή γιατί η βρεφικότητα της φάτνης σταλάζει Ήλιο σε κάθε επί γης ανθρώπινο καλωσόρισμα. Κι αν το καλοσκεφτείς, η Γέννα του Χριστού είναι γιορτή γιατί κάθε τι που όντως γεννάται έχει εκ προοιμίου νικήσει τον θάνατο. «ὅπου Θεὸς δὲ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις, ὡς γέγραπται. Χριστὸς ἐτέχθη, ἐκ τῆς Παρθένου, ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας».(10)

1. Ειρμός Ενάτης Ωδής, Καταβασίες Χριστουγέννων, ελεύθερη απόδοση
2. Πλάτων, Συμπόσιο, 203a, Αναβαθμοί φιλοσόφου έρωτος
3. Πατερική θεολογία
4. Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
5. Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας
6. Προς Φιλιππησίους, κεφ. 2, στ. 7
7. Γενέσεως, κεφ. 1, στ. 26
8. «Σε τι μας χρειάζεται η ενσάρκωση», π. Νικόλαος Λουδοβίκος
9. Τρίτο κάθισμα, Όρθρος Χριστουγέννων
10. Πρώτο κάθισμα, Όρθρος Χριστουγέννων



Ευάγγελος Θεοδώρου
Άρθρο για το περιοδικό «Όσιος Νίκων ο Μετανοείται» τ. Οκτ-Νοε-Δεκ. 2015

Δευτέρα 29 Ιουνίου 2015

Ψάχνοντας κάποιον να κηδεύσω


Ἕνας ἀκόμα Μάης,
μιὰ ἀκόμα πένθιμη ἀνάμνηση τῆς ἀποφράδας 29ης τοῦ 1453
στὸν τόπο ποὺ γέννησε τὴ βασιλεία τοῦ τελευταίου των τελευταίων,
τοῦ τραγικὰ μοναχοῦ ἀνάμεσα στοὺς ολιγίστους
σὲ ἐκεῖνο τὸ ξεμώνι ποὺ είχε καταντήσει στὰ χρόνια του ἡ  Πόλη.
Στὴ φτωχή μου κατανόηση, οἱ Μάηδες
ἐκεῖνος τοῦ ΄53 καὶ τοῦτος τοῦ ΄15
φαντάζουν τόσο κοντινοί, τόσο ἴδιοι
σὰν νὰ ἀναδύουν τὸ ἴδιο ἄρωμα.
Ἴσως καὶ τὴν ἴδια ὀπτασία.
Ὁ Μάης τοῦτος τῶν ἡμερῶν μας
ὁ ζοφώδης καὶ ἀσέληνος
σαρκώνεται σὰν ἀερικὸ στὴ σκιὰ τῆς γιαγιᾶς Ἀντωνίας
τῆς εὐλαβέστατης γηραιᾶς Μυστριώτισσας ποὺ μὲ τὴ μαγκουρίτσα της
μαυροφορεμένη καὶ σκυφτὴ
ἀνεβαίνει μὲ τὰ πόδια ἀπὸ τὸ χωριὸ στὴν καστροπολιτεία 
σὰν κάνει ἐδῶ καὶ χρόνια,
νὰ προσευχηθεῖ γιὰ τὸν συντοπίτη της
νὰ πενθήσει στὸ βαθμὸ ποὺ τῆς πρέπει τῆς ἡμέρας
καὶ τοῦ δικοῦ μας τοῦ καιροῦ.
Οἱ ἱερές, οἱ δραματικὲς στιγμὲς τῆς στέψης τοῦ τελευταίου των Αὐτοκρατόρων
στὴ Μητρόπολη τοῦ Λακεδαιμόνιου κάστρου
ἔμελλε νὰ ἀποδειχθοῦν στολισμὸς νεκρικὸς καὶ πομπὴ ἐπιτάφιος
γιὰ τὸν τελευταῖο τῶν πραγματικὰ μεγάλων της Αὐτοκρατορίας.
Μόνη μου ἔγνοια, σχεδὸν ἐμμονικῆ,
εἶναι νὰ βρεθεῖ ἕνας Παλαιολόγος νὰ κηδεύσουμε σήμερα.
Πῶς νὰ φανταστῶ τὴν ἐπερχόμενη ἅλωση δίχως ἕναν Παλαιολόγο;
Πῶς ἀλλιῶς νὰ παρουσιαστῶ στὴν Ἱστορία καὶ τί νὰ πῶ;
Στὴν ἑλληνικὴ συνείδηση εἶναι, ὅπως γράφει ἡ Μάρω Σιδέρη,
"...αἰώνια ἐρωτευμένος τοῦτος ὁ λαὸς μὲ ἐκεῖνον τὸ συγκλονιστικὸ ἄνθρωπο, παραμένει δεμένος στὴ γοητεία τῆς προσωπικότητάς του, στὴ δύναμη τοῦ ἤθους του, στὴν ὁρμὴ τῆς γενναιοδωρίας του, στὸ δράμα τῆς θυσίας του. Ὁ Ἕλληνας ποὺ δύσκολα ἀγάπησε βασιλεῖς καὶ πολιτικούς, ἀγάπησε καὶ ἀγαπᾶ πάντα τὸν τελευταῖο Αὐτοκράτορα τῆς Βασιλεύουσας, ὡς τὸν μοναδικὸ Ἕλληνα βασιλιὰ στὴ μεταχριστιανική της ἱστορία, τὸν τελευταῖο ἀληθινὰ Ἕλληνα ἐστεμμένο. Ὄχι ἄδικα: ὁ Κωνσταντῖνος Δραγάτσης Παλαιολόγος ἦταν ἀπὸ τοὺς πραγματικὰ Μεγάλους της Ἱστορίας, ὄχι ἐπειδὴ ἔσωσε ὡς Ὑπεράνθρωπος τὴν Πόλη του, ἀλλὰ ἐπειδὴ πέθανε ὡς ἄνθρωπος μαζί της."


Κάθε 29 τοῦ Μάη οἱ μνῆμες ἐδῶ στὴν Λακεδαιμόνια γῆ 
μαζώχνονται ἐμπρὸς στὴν θέα του.
Τὸ μνημόσυνο στὸν Αὐτοκράτορα,
καὶ σ' ὅλους ὅσους ἡ Τρίτη 29η Μαΐου 1453 
βρῆκε νὰ κείτονται νεκροὶ στὰ τείχη τῆς Βασιλεύουσας,
εἶναι μνημόσυνο στὸν Μάρτυρα τοῦ 15ου αἰώνα
μνημόσυνο στὴ θυσία 
ποὺ νοηματοδότησε ἐπινίκια τὴν κόσμο-ἱστορικὴ ἥττα.
Στὸ ἄγαλμά του, 
κάτω ἀπὸ τὸν περήφανο καὶ νεφελώδη Ταΰγετο,
γράφτηκε ἡ τελευταία πράξη τοῦ ἐφετινοῦ ἑορτασμοῦ
- ἑορτασμός; φεῦ –
καὶ μένει μόνο νὰ φανεῖ ἂν καὶ πόσοι κρατοῦν φυλαγμένο στὶς καρδιὲς
τὸ ἱερὸ σκήνωμα τοῦ Μαρμαρωμένου καὶ αἰώνιου βασιλιά.
Μονάχα ἐτούτη ἡ ἐλαχιστότατη προσφορὰ ἔμεινε δυστυχῶς θαρρῶ
γιὰ ἐμᾶς τοὺς ὀλιγίστους...


Eυάγγελος Θεοδώρου
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Όσιος Νίκων" τ. Ιούνιος-Ιούλιος-Αύγουστος 2015)