Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Στους ήρωες της επιστροφής


     Στο κύκνειο άσμα του «Οι αδελφοί Καραμάζοφ», ο εργάτης του ανθρώπινου βάθους Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, μεταξύ άλλων κορυφαίων αποφθεγμάτων που παρέδωσε στην διανόηση της ανθρωπότητας, άφησε κληρονομιά κι εκείνο το σπουδαίο «χωρίς Θεό, τα πάντα επιτρέπονται».
     Κι όσο τα πάντα θα επιτρέπονται μακριά από το σπίτι του Πατέρα, τόσο Εκείνος θα στέκει στο παραθύρι άγρυπνος να περιμένει, νύχτα και ημέρα, ώρες ατελείωτες και στιγμές μακριές σαν αιωνιότητα.  Περιμένει κόντρα σε κάθε λογική μας, πέρα από κάθε ακρότατο όριο της υπομονής μας, κόντρα στον καθωσπρεπισμό και τις νόρμες του «σωστού» και του «λάθους» μας, κόντρα στην υποκριτική αφοσίωση του «καλού» Του παιδιού.
     Ο γιος έφυγε. Πήρε χωρίς κρατούμενα όλα όσα ζήτησε, ξέχασε τα πάντα και ταξίδεψε στη χώρα του «επιτρέπεται». Κι όταν στον τόπο εκείνο όλα τελείωσαν (όπως τελειώνουν πάντα), κι όταν όλοι και όλα ντύθηκαν απογοήτευση και φτώχεια (όπως πάντα ντύνονται) μέσα από το νου και την καρδιά του γιού ξεπρόβαλε η θύμηση του  Πατέρα.


     Στέκομαι δίπλα στον φυγά και τον θαυμάζω. Εκεί, στο βάθος της αβύσσου του, με μόνη ελπίδα την εικόνα του Πατέρα εμπρός στα μάτια, μας δίδαξε την σωτήρια ταπείνωση, την ιερή μετάνοια, τη θέληση για αλλαγή, το ηρωικό κουράγιο να περπατήσει τον δρόμο της επιστροφής από τη χώρα του «επιτρέπεται» στον αναντικατάστατο παράδεισο της γενέθλιας γης.
     Σκύβω το κεφάλι σαν ιερός προσκυνητής μπροστά στους καθημερινούς ήρωες, που στο διάβα της ζωής αποφάσισαν μια μικρή ή μεγάλη επιστροφή. Σε εκείνον που έκοψε το τσιγάρο ή το ποτό, σ’ εκείνον που επέστρεψε από την κόλαση των ναρκωτικών, σ’ εκείνη που έσωσε το γάμο που πρώτα είχε προδώσει, σ’ εκείνον που ξαναπόνταρε στην αξία της ζωής κι όχι στα ζάρια, σ’ εκείνη που η κοινωνία την είχε τελειωμένη και ξαναστάθηκε κόντρα στην κατακραυγή. Υποκλίνομαι σε κάθε μικρή ή μεγάλη επανάσταση που λαμβάνει χώρα μέσα σε μια καρδιά, σε κάθε μάχη που τόλμησε ένας Δαβίδ μπροστά στον προσωπικό του Γολιάθ, σε καθέναν που ξεμάτωσε παλεύοντας να φωτίσει τα σκοτάδια της ψυχής του. Στήνω μνημείο στον κάθε άγνωστο στρατιώτη και αποτίω φόρο τιμής και δόξα στους ήρωες και τις ηρωίδες της γειτονιάς μου, τους διπλανούς και τους απέναντι που μόνο ο Πατέρας γνωρίζει αφού περίμενε μια ζωή ολόκληρη για να επιστρέψουν. Είναι εκείνος ο Πατέρας, που τρέχει να προϋπαντήσει καθέναν που φαίνεται στη στροφή του δρόμου, χωρίς να περιμένει να φτάσει ο μετανοιωμένος μέχρι την πόρτα για να ζητήσει συγχώρεση. Γιατί μονάχα Αυτός κάνει τα ενενήντα εννιά βήματα, περιμένοντας από τα παιδιά Του μονάχα ένα. Το πολύτιμο εκείνο ένα.
     Ιδού λοιπόν το ζύγι. «Χωρίς Θεό, τα πάντα επιτρέπονται» από τη μια και «μονάχα με Θεό τα πάντα είναι δυνατά» από την άλλη. Διαλέγω το δεύτερο γιατί γεννά ήρωες, κι εγώ μεγάλωσα με πορτραίτα ηρώων στο παιδικό μου δωμάτιο.

Ευάγγελος Θεοδώρου