Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

Κοσμοπολίτικος Ελληνισμός


           Μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα ο πληθυσμός που ζούσε στον μητροπολιτικό ελλαδικό χώρο διέτρεχε ολάκερη την Μεσόγειο, την νοτιοανατολική Ευρώπη μέχρι και τη Μέση Ανατολή χωρίς να χρειάζεται να γνωρίζει γλώσσα άλλη εξόν από τη δική του. Κι αυτό γιατί χιλιάδες χρόνια, από την εποχή του Ομήρου ακόμα, ο ελληνικός - στη διαχρονία του - πολιτισμός, υπήρξε κυρίαρχος τρόπος του βίου σ’ ολόκληρο τον μέχρι τότε γνωστό κόσμο.
         Μια πρόταση σκέψης και αντίληψης του υπαρκτού και του επέκεινα, ικανή να πληρώσει (εδώ με την έννοια του γεμίζω) κάθε ανάγκη που γεννούσαν οι ανθρώπινες κοινωνίες. Ένας τρόπος ζωής που γοήτευε ερωτικά, ξάφνιαζε ευχάριστα, έθετε ερωτήματα, απαντούσε στα κεφαλαιώδη, εκβίαζε τη σκέψη να γίνει κριτική. Απ’ όλα αυτά, ξέμειναν σήμερα μοναχά πολλές αράδες σε βιβλία και φωτογραφίες μιας άλλης εποχής να θυμίζουν πως κάποτε αυτός εδώ ο τόπος γέννησε την έκπληξη που η ιστορία ονόμασε αρχικά Ελληνική και αργότερα Ρωμαίικη. Δυστυχώς, πέρασαν ανεπιστρεπτί τα χρόνια που Έλληνας ή Ρωμιός σήμαινε και «κοσμοπολίτης».
         Ο Έλληνας κι αργότερα ο Ρωμιός δεν υπήρξε ποτέ «ιδεολόγος» κι αυτό γιατί ο πολιτισμός του απάντησε σε όλα τα κεφαλαιώδη ερωτήματα σχετικά με την πολιτική πολύ πριν η ιδεολογία προσφέρει ναρκισσιστικά καταφύγια εγωκεντρικών βεβαιοτήτων. Πολιτισμός κυρίαρχος αλλά όχι εθνικιστής, κοινωνικός αλλά όχι αριστερός. Ελληνικός σκέτο. Αναπόφευκτα στις μέρες μας από πολιτείες των αρίστων εκπέσαμε στις πολιτείες των ολιγίστων.
         Ο Έλληνας κι αργότερα ο Ρωμιός δεν υπηρέτησε μανικά ποτέ αλλότρια μουσική, αλλά με τη δική του – με το θαύμα των ήχων που ο ίδιος δημιούργησε - υπηρέτησε την ανάγκη του ανθρώπου να προσευχηθεί, να γιορτάσει, να χαρεί, να κλάψει, να θυμηθεί ή να πενθήσει. Την αρχαιότερη και μοναδική μέχρι τα χρόνια του μεσαίωνα γραπτή μουσική στον κόσμο (αρχαία ελληνική, κατόπιν βυζαντινή, ρεμπέτικη και λαϊκή στις μέρες μας) την εξοβελίσαμε για χάριν του ευτελούς θορύβου που εν πολλοίς βιάζει τα αυτιά μας.
         Ο Έλληνας κι αργότερα ο Ρωμιός δεν ακολούθησε ποτέ τις προτάσεις της δυτικής ζωγραφικής μα προσέφερε ο ίδιος τις εικαστικές λύσεις στην αρχαιότητα αλλά και στη λεγόμενη βυζαντινή περίοδο μέσα από τη γλυπτική και τα χρώματα, ήδη από την εποχή που συμβατικά λέμε πως άρχισε η ιστορία.
         Στο γεωγραφικό του άπλωμα ο Έλληνας κι αργότερα ο Ρωμιός προσέλαβε αλλά και προσέφερε, πήρε κι έδωσε, ζυμώθηκε με τους άλλους πολιτισμούς χωρίς κόμπλεξ κατωτερότητας, χωρίς μιμητισμούς, χωρίς διακρίσεις, χωρίς περιορισμούς και αγκυλώσεις. Ας θυμηθούμε την Αλεξάνδρεια απο την αρχαιότητα μέχρι τα χρόνια του Καβάφη, την Κωνσταντινούπολη μέχρι τα γεγονότα του ’55 και του ’63, τη Σμύρνη μέχρι το ‘22, την Οδησσό μέχρι την γενοκτονία. Είκοσι, ίσως και παραπάνω, «εισβολές» πληθυσμών γνώρισαν τα δόθε ή εκείθε του Αιγαίου χώματα μέχρι τις μέρες μας, μα πάντοτε η πολιτιστική του πρόταση παρέμενε κυρίαρχη. Η ρύση του Οράτιου πως «η κατακτημένη Ελλάδα κατέκτησε τον απολίτιστο νικητή» έμελε να αποδειχθεί διαχρονική. Τις μέρες μας δεν είχε προβλέψει δυστυχώς…
         Στα χρόνια τα δικά μας, ο ευρωπαϊκός επαρχιωτισμός που διακρίνει τους νεοέλληνες μας οδηγεί στην παρακμή και στη συρρίκνωση που αναμφισβήτητα θα γνωρίσει καθένας που δεν έχει τίποτα να πει και να προσφέρει στο ιστορικό γίγνεσθαι. Πετάξαμε από πάνω μας κάθε τι που προσέδιδε την αύρα της πολιτιστικής μας υπεροχής, για να ενδυθούμε το ένδυμα του μιμητισμού και της ξενομανίας. Καταντήσαμε cult νεοέλληνες και folklore φουστανελάδες της ανύπαρκτης στα χρόνια μας ελληνικής, ρωμαίικης ψυχής. Και κάθε μέρα που περνάει κατεβαίνουμε όλο και πιο χαμηλά στην άβυσσο του παγκοσμιοποιημένου και χρηματιστηριακού πολιτισμού του τίποτα. Κι ο επιθανάτιος ρόγχος γίνεται ολοένα και πιο αδύναμος…
         Θα κλείσω με μια φράση του Γιάννη Τσαρούχη που κάποτε με στιγμάτισε και μου ‘δειξε τον ανήφορο που πρέπει ν’ ανεβώ: «Χρειάστηκε να ζήσω πέντε χρόνια στο Παρίσι, για να καταλάβω ότι το να γίνω Κοσμοπολίτης προϋποθέτει να είμαι Έλληνας»

Ευάγγελος Θεοδώρου
δημοσιευμένο άρθρο στο  apela.gr, 7.3.2013

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Τα αιώνια νιάτα του κόσμου



            Λέγεται πως πήγε κάποτε ο Πλάτωνας στο μαντείο του Άμμωνος Διός στην όαση της Σίβας ρωτώντας για την τύχη του κόσμου. Η απάντηση του μαντείου είχε ως εξής: «Εσείς οι έλληνες είστε, και σίγουρα θα μείνετε για πάντα, τα αιώνια νιάτα του κόσμου». Αιώνια νιάτα… Και πως θα ξεφύγει άραγε ο ελληνισμός από τη φθορά, από την ίδια τη φύση της ύπαρξης που ορίζει τα πάντα να γεννιούνται και να πεθαίνουν; Πως ο ελληνισμός θα ξεγλιστρήσει σαν έρθει η ώρα να συναντήσει κατά πρόσωπο το χάρο; Τάχα χρησμός ή χρέος πρέπει ετούτος να λογίζεται;
         Γράφει ο Γιάννης Τσαρούχης: «Κάποτε οι Έλληνες δημιουργούσαν πολιτισμό, σήμερα βλέπουν τηλεόραση». Πολιτισμός είναι ο κυρίαρχος τρόπος του βίου, που ορίζει τι είναι σημαντικό στη ζωή ενός ανθρώπου και μιας κοινωνίας. Πολιτισμός δεν είναι οι συναυλίες και οι θεατρικές παραστάσεις, αλλά ο τρόπος για να κοινωνήσει ο άνθρωπος την αναζήτηση του «γιατί» και του «πώς» της ζωής. Στα χρόνια της νεώτερης Ελλάδας, καλύτερα να πω της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, λίγοι φοβάμαι  ρωτούν και ψάχνουν το «γιατί».
         Κυρίαρχος τρόπος βίου σήμερα είναι η διασκέδαση και όχι η ψυχαγωγία, η ατομικότητα και όχι η φιλία, η στιγμιαία απόλαυση και όχι ο έρωτας. Η υλιστική κοσμοθεωρία ξεπερνώντας τις πολιτικές αφετηρίες του 20ου αιώνα, έγινε τρόπος και πράξη του βίου. Στην αρχή του 21ου σπανίζει στις ψυχές και στις γειτονιές των ανθρώπων η «καλημέρα». Περιχαρακωμένοι πίσω από καινούρια σπίτια, ακριβά αυτοκίνητα, επώνυμα ρούχα, γερνάμε βιολογικά και πνευματικά με πρόοδο γεωμετρική και σύντομα θα έρθει ο χάρος της ιστορίας να ζητήσει το φυσικό του δικαίωμα από έναν λαό που κάποτε τον είπανε αιώνιο νιάτο…
         Θυμάμαι παιδάκι, στο χωριό μου, την Αγόριανη, τους ηλικιωμένους γεμάτους ζωή. Πρόσωπα χαμογελαστά, μάγουλα ροδαλά, χέρια χαρακωμένα από τη δουλειά που σαν χαιρετούσαν η δύναμή τους σε έκανε να αισθάνεσαι άβολα. Στο χωριό του πατέρα μου -στον Αι’ Γιάννη- ο παππούς μου ο Βαγγέλης με προκαλούσε να παραβγούμε στο τρέξιμο. Aυτός περασμένα εβδομήντα, εγώ έξι–εφτά χρονών, μα πάντοτε χαμένος. Χρόνια μετά η γερασμένη νεολαία σκυθρωπάζει με πρόσωπα χλωμά και χέρια αδύναμα όχι για να δουλέψουν μα ακόμα και να χαιρετίσουν. Και δεν είναι η κρίση που μας κάνει έτσι να φαινόμαστε. Και πριν πέντε χρόνια πάλι έτσι μας αντίκριζαν οι άλλοι. Aπλά τότε κρυβόμασταν πίσω από τσέπες γεμάτες με λεφτά.
         Τι άλλαξε; Οι προτεραιότητες της ζωής, ο κυρίαρχος τρόπος του βίου, ο πολιτισμός ενός ολόκληρου λαού. Τότε οι άνθρωποι βγάζανε το ψωμί τους δουλεύοντας, δεν παίζανε στο χρηματιστήριο. Τότε οι άντρες πίνανε ένα ποτήρι κρασί να αλλάξουν δυο κουβέντες, δεν ξενυχτούσαν λιώμα στο ποτό με εκκωφαντική μουσική χωρίς να πούνε λέξη. Τότε οι γυναίκες έβγαιναν στη ρούγα της γειτονιάς, δεν έβλεπαν τούρκικα στην τηλεόραση. Ω, τι δύναμη κουβαλούσε μέσα της εκείνη η ρούγα! Εκεί η γειτονιά γινόταν γειτονία ανθρώπων κάθε απόγεμα μέχρι να βραδιάσει. Λέγανε οι γυναίκες τον πόνο τους η μια στην άλλη, μοιράζονταν τα προβλήματα της ζωής, αντάλλαζαν συνταγές και μάθαιναν τα νέα, ακόμα - ακόμα κουτσομπόλευαν όσα κανείς δεν έλεγε μα όλοι γνώριζαν. Και τις έβλεπες, παρόλη τη φτώχεια και τις κακουχίες, να γελούν και να χαίρονται. Ψυχοφάρμακα δεν ήξερε ο κόσμος.
         Δεν εξιδανικεύω το παρελθόν, μοναχά το βάζω αντίκρυ σε αυτό που ζούμε σήμερα να δούμε πιο βαραίνει πιο πολύ. Πάρε τα τραγούδια σήμερα κι αυτά πριν από σαράντα χρόνια. Τα πρώτα ζούνε ένα μήνα άντε δυό, τα δεύτερα ακόμα σε κάνουν να δακρύζεις. Πάρε τις απλοϊκές, σαν του Μακρυγιάννη προσευχές και τους σταυρούς που έκανε κάποτε ο κόσμος και δες τα σταυροκοπήματα σήμερα, που όλοι πήγαμε πανεπιστήμιο και μάθαμε πολλά. Ας θυμηθούμε και τα λόγια του Γιάννη Βαρελλά εδώ στην φιλόξενη apela.gr που διαπίστωνε το θάνατο του θανάτου. Και τόσα, κι άλλα τόσα να σκεφτείς και θα καταλάβεις πόσο άλλαξε ο κόσμος. Κι ακόμα αλλάζει.
         Γερνάει μια κοινωνία, ένας λαός ιστορικός και μαζί του γερνά η ανθρωπότητα ολάκερη. Η πολιτιστική πρόταση του ελληνικού κόσμου πήρε να πεθαίνει στις μέρες μας, γιατί άλλαξαν οι προτεραιότητες τις ίδιας της ζωής. Η ιεράρχηση των αναγκών μας έφερε τα τελευταία πρώτα, έκανε τα υπόγεια ρετιρέ. Και η ανθρωπότητα που έζησε, ζήλεψε ή τουλάχιστο θαύμασε αυτό το «ελληνικό κάτι», δεν έχει τίποτα να περιμένει από αυτό που λέγεται σήμερα, φευ, ελληνικός πολιτισμός. Αν αφήσουμε την ελληνικότητα μέσα μας να πεθάνει, όλος ο κόσμος θα κλείσει τα μάτια του μαζί μας. Οι ιστορικές στιγμές που ζούμε αντί καταστροφής μπορούν να φέρουν γεννητούρια. Αν θέλουμε να μείνουμε για πάντα τα αιώνια νιάτα του κόσμου, πρέπει να σηκώσουμε επιτέλους τα μάτια και να αντικρίσουμε το χάρο που ήρθε να μας πάρει… 

Ευἀγγελος Θεοδώρου
δημοσιευμένο άρθρο στο apela.gr, 15.11.2012