Όλη μέρα το κατακαλόκαιρο η μάνα μου
κρατούσε το σπίτι στο σκοτάδι. Είχε ανοίξει αχάραγα τα παραθυρόφυλλα να δροσίσει
το σπίτι με το πρωινό αγιάζι και μόλις έσκαγε ο ήλιος πίσω από το άλσος του «Ξενία»
τα έκλεινε κρατώντας το έτσι δροσερό. Αργά το απόγευμα τα άνοιγε ξανά
για να συναντήσουμε τον ήλιο την ώρα που βασίλευε πίσω από τις κορυφογραμμές
του Ταϋγέτου. Εκείνες τις ώρες θυμάμαι, βυθιζόμουν σε σκέψεις προσπαθώντας να
εξηγήσω το «γιατί». Αδιέξοδη προσπάθεια…
Γιατί;
Γιατί πρέπει, γιατί μπορώ, γιατί θέλω,
γιατί σκέφτομαι, γιατί ελπίζω, γιατί αναπνέω,
γιατί ζω, ναι ζω!
Ζω την αγάπη του σήμερα
αναπνέω την ελπίδα του αύριο.
Υπάρχω γιατί υπάρχει παρελθόν
ζω γιατί κάποιος έζησε πριν
ζω γιατί κάποιος θα ζει μετά.
Κι αν φοβάμαι;
Θα υπάρχω ζώντας το φόβο μου
στην περιπέτεια του μπορώ και του θέλω
στην αναζήτηση του πιστεύω και του ζητώ
στην περιπλάνηση του ψάχνω και βρίσκω
στην τελείωση του υπάρχω και ζω.
Ευάγγελος Θεοδώρου
καλοκαίρι 1998, δεκαπέντε χρονών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου