Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Αποανάπτυξη



Αποανάπτυξη: Νέα τάση
ή επιστροφή στον κεκτημένο ρεαλισμό του παρελθόντος;


         Διάβασα πριν λίγες μέρες στο γνωστό περιοδικό Focus (μην. Σεπτέμβριος, αρ. τ. 139) ένα άκρως ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο «Λιγότερη ανάπτυξη για καλύτερη ζωή». Στο άρθρο αυτό λοιπόν παρουσιάζεται η θεωρία ενός εβδομηντάχρονου Γάλλου οικονομολόγου και φιλοσόφου, του Σερζ Λατούς,  ο οποίος προτείνει το μοντέλο της «αποανάπτυξης» ως  απάντηση στο «βιώσιμη ανάπτυξη».
         Στη συνέντευξη αυτή ερωτάται ο Γάλλος διανοητής και απαντά: «Η ανάπτυξη δεν είναι εξ ορισμού βιώσιμη. Δεν εννοούμε βέβαια ότι πρέπει να αποαναπτυχθούν τα πάντα. Θέλουμε να μεγαλώσει η χαρά της ζωής, η ποιότητα του αέρα και του νερού και η ευημερία που κατέστρεψε η κοινωνία της ανάπτυξης. Αυτό που προσπαθούμε να σταματήσουμε δεν είναι η ανάπτυξη καθαυτή, αλλά η οικονομία της ανάπτυξης, αυτό το φαινόμενο καπιταλιστικής υφής που μας επιβάλλει ότι πρέπει να πλουτίσουμε, όχι για να βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής μας, αλλά για να τροφοδοτούμε την επιβίωση του ίδιου του συστήματος. Η ανάπτυξη δεν εννοείται πλέον ως μέσον αλλά ως ο σκοπός. Τη δεκαετία του ’50 και του ’60 αυτό το οικονομικό μοντέλο είχε νόημα γιατί παρήγαγε ευημερία για πολλά άτομα σε διάφορες κοινωνικές τάξεις. Όμως σήμερα καταστρέφει την ίδια την κοινωνική κατάσταση που κατακτήσαμε με τόσο κόπο. Η ανάπτυξη εξυπηρετεί μόνο τη διόγκωση των κερδών, την παραγωγή, την κατανάλωση, τη σπατάλη και τον εκφυλισμό».
         Ας είμαστε ειλικρινείς. Τα τελευταία τριανταπέντε χρόνια ζούμε ως χώρα και ως κοινωνία το «american dream» και μάλιστα σε εκδοχή πολύ χειρότερη από αυτή που το έζησαν (και το ζουν ακόμα) οι Αμερικανοί. Παθιαστήκαμε υπέρμετρα με ένα μοντέλο ζωής ξένο προς τις συνήθειες μας, ξένο προς τη στάση και τον τρόπο ζωής που συντήρησε χιλιετίες ολόκληρες έναν λαό, ξένο προς τη φύση του ίδιου του ανθρώπου.
         Όταν ενάμιση χρόνο πριν σε άρθρο μου εδώ κατέγραφα την άποψη πως σε αυτή τη μικρή γωνιά του πλανήτη συντελείται «το μεγάλο πείραμα» νομίζω πως δεν έπεφτα και πολύ έξω. Βαδίζοντας προς το τέλος του 2011 βρίσκουμε τη χώρα χρεοκοπημένη οικονομικά, κοινωνικά, ηθικά και τους εαυτούς μας εγκλωβισμένους στις ίδιες μας τις τραγικές επιλογές. Η συντριπτική πλειοψηφία από εμάς ονειρεύτηκε μεγάλα σπίτια, πανάκριβα αυτοκίνητα, ακριβά ρούχα, πολυτελή ζωή και διασκέδαση. Μεταλλαχτήκαμε μέσα σε λίγα χρόνια με ρυθμό γοργό και αλματώδη. Φυσικό επόμενο είναι να βιώνουμε ότι και όσα συμβαίνουν σήμερα. Δεν είναι τόσο η τραγικότητα των γεγονότων, όσο το ότι αναγκαζόμαστε ακούσια να επιστρέψουμε απότομα εκεί από όπου απότομα και εκούσια φύγαμε.
     Αποανάπτυξη λοιπόν είναι μια νέα προσέγγιση για τον δυτικό κόσμο, μια νέα θεωρία που όπως πολύ σωστά σημειώνει ο Σερζ Λατούς, παρουσιάζεται πλέον ως ανάγκη και όχι ως επιλογή. Μήπως όμως για εμάς, τους ανατολικότερα της εσπερίας Έλληνες, είναι ένας τρόπος που βιώθηκε ως κυρίαρχη πρόταση ζωής εκατοντάδες χρόνια τώρα; Η λογική των γονιών μας και των παππούδων μας δεν ήταν να ζουν φτωχά αλλά να ζουν με όσα διαπιστώνονται ως ανάγκη. Αυτή η επιλογή δεν βαραίνει τον άνθρωπο με περιττά, δεν διογκώνει παράλογα θέλω, δεν προσβάλει την προσωπική αξιοπρέπεια, δεν υποβιβάζει την ανθρώπινη ύπαρξη, δεν δημιουργεί ανισότητες κοινωνικές, δεν αποπροσανατολίζει τις προτεραιότητες μας, δεν πλάθει μια ηθική σαν πλαστελίνη κατά το δοκούν της εποχής.
        Το χρήμα στα χέρια μας από δυνατότητα ανάπτυξης και προσφοράς, έγινε επίδειξη κοινωνικής υπεροχής. Και τώρα που το χρήμα γλιστρά σαν άμμος μέσα από τα δάχτυλα, αναρωτιόμαστε πως θα ζήσουμε, ποιο θα είναι το μέλλον μας, πως θα συντηρήσουμε τους απαράδεκτους πόθους και τα όνειρα μας.
      Χωρίς να το επιλέγουμε άμεσα, μέσα από τους προδότες της πολιτικής και τους καπηλευτές της ζωής μας και του μέλλοντός μας, νομίζω ανατέλλει ένα μέλλον ευοίωνο. Φτάνει μόνο να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας και να επιστρέψουμε στη γνήσια και χαμογελαστή ζωή του πολύ πρόσφατου παρελθόντος μας. Αρκεί όπως λέει και το λαϊκό τραγούδι να μη χτίζουμε στην άμμο παλάτια αλλά «επί την πέτραν. Και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί, και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε. Τεθεμελίωτο γαρ επι την πέτραν» (κατά Ματθαίον, κεφ. 9, στ. 25-26). 

Ευάγγελος Θεοδώρου
Δημοσιευμένο άρθρο στο apela.gr, 26.9.2011

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Η πρώτη απόπειρα



Μάιος του δυό χιλιάδες δέκα. Η πρώτη απόπειρα να αποτυπώσω σε λόγο πεζό όσα πριν μάζευα σε στίχους. Εγχείρημα δύσκολο, άστοχο στην έκφραση του, ανώριμο, τσαλαβούτημα σε πέλαγο ανοιχτό, αλλά έπρεπε να γίνει. Πως αλλιώς να μάθει ένα παιδί να περπατά;


Αόρατος πόλεμος

         Τις τελευταίες ημέρες παρατηρούμε όλοι ένα βομβαρδισμό εξελίξεων που παρόμοιο του ίσως δεν έχουμε ξαναζήσει. Ο οργασμός πληροφοριών και ενημέρωσης που εξελίσσεται από όλα τα Μ.Μ.Ε. αποδεικνύεται ανεπαρκής για να αποτυπώσει το πλήρες φάσμα των γεγονότων, σε πλάτος και βάθος. Παραπληροφόρηση, δημαγωγία και αντικειμενικότητα συμπλέκονται σε ένα κουβάρι πολύ πιο μπλεγμένο και από αυτόν τον Γόρδιο Δεσμό που κλήθηκε να λύσει ο Μέγας Αλέξανδρος. Και, έτσι μπροστά στα μάτια μας εξελίσσονται καθημερινά προσωπικά και συλλογικά δράματα που προκαλούν την φαντασία και του πιο ευφάνταστου σκηνοθέτη…
         Άνθρωποι σοκαρισμένοι, ανέκφραστοι, αμίλητοι, με κεφάλια κατεβασμένα, με κομμένα τα φτερά, με σκοτωμένα τα όνειρα, ανίκανοι να αντιδράσουν σε ότι πρωτόγνωρο συμβαίνει γύρω μας που είναι αποτέλεσμα «χρόνιας δουλειάς και προετοιμασίας». Η απάντηση σε όλα αυτά πιθανόν να εντοπίζεται στα λόγια στελέχους του Δ.Ν.Τ. όταν τον ρώτησαν για την Ελλάδα και το πρόσφατο παράδειγμα της Αργεντινής. «Τότε ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για εμάς, δεν ξέραμε. Τώρα ξέρουμε.» Τρομακτικό…
         Τριάντα και πλέον χρόνια προετοιμάζουν λοιπόν το έδαφος για το «μεγάλο πείραμα». Τριάντα χρόνια προσπαθούν, και εν πολλοίς έχουν πετύχει, να αποσυνθέσουν έναν ολόκληρο λαό, μια κοινωνία που αντιστεκόταν γερά. Και ο πόλεμος που ξεκίνησε ήταν στοχευμένος, προσωπικός, ένας εναντίον ενός. Από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, το διαδίκτυο, τα κινητά τηλέφωνα, τη διαφήμιση, τη μουσική, τα μεταλλαγμένα προϊόντα, από παντού. Ακόμα και στην παγκόσμια και γεμάτη πνευματικότητα ελληνική γλώσσα επιτέθηκαν, αρχικά με την μανιώδη επιβολή των αγγλικών και αργότερα με τα άθλια greeklish για να αποκόψουν κάθε δεσμό, κάθε συνεκτικό στοιχείο τούτης της ράτσας.
         Μεθοδικά και αργά κέντρωσαν το υποσυνείδητο και τα συναισθήματα μιας ολόκληρης γενιάς, μας εμπότισαν με μιαν επαρχιώτικη εκδοχή του american dream τροποποιώντας αργά αλλά αποτελεσματικά τον τρόπο σκέψης μας, τις ιδέες μας, τα όνειρά μας, μεταλλάσσοντας το ίδιο το DNA μας που στο διάβα των αιώνων ποτίστηκε με πίστη, πατρίδα, οικογένεια, νόμους άγραφους μα απαράβατους. Και έτσι αποκωδικοποίησαν το νου μας ώστε να τον ελέγχουν απόλυτα, να κατευθύνουν τις επιλογές μας, να μαζικοποιούν τις αντιδράσεις μας. Ότι δεν κατάφεραν οι Τούρκοι τετρακόσια ολόκληρα χρόνια, το κατάφερε το σύστημα σε τριάντα. Κι αυτό γιατί ο πόλεμος διεξάγεται αόρατα. Πειστήκαμε πως εδώ πια δεν υπάρχουν εχθροί, πως όλα πάνε καλά, πως η ζωή μπορεί και πρέπει να είναι χαλαρή, ασύδοτη, ανέραστη στην ουσία της, ανέκφραστη στις σχέσεις της, αδιάφορη για το εκείθεν και το επέκεινα…
         Ακόμα και τώρα που τα γεγονότα φωνάζουν παρατηρούμε συνανθρώπους μας, ειδικότερα τους νέους, να μην έχουν καταλάβει απολύτως τίποτα. Να πίνουν ανέμελα το freddo τους νομίζοντας πως το ζήτημα είναι οικονομικό, πως έτσι ή αλλιώς θα τελειώσει και πως «στην τελική δυό φράγκα για έναν καφέ πάντα θα παίζουν…» Πώς να πιστέψει κανείς πως δεν έχουν πετύχει το σκοπό τους;
         Ασφαλώς το ζήτημα δεν είναι οικονομικό, δεν είναι κομματικό, δεν είναι μόνο ελληνικό, ούτε καν ευρωπαϊκό. Είναι παγκόσμιο απλά εδώ στον πιο ελεύθερο λαό της ανθρωπότητας γίνεται «το πείραμα». Αν επαληθευθεί, τότε έχουν τον τρόπο να εφαρμόσουν τα αποτελέσματα  σε ολόκληρο τον πλανήτη. Αν δεν επαληθευθεί θα επανέλθουν δριμύτεροι, πιο αποφασισμένοι, πιο αποτελεσματικοί και πάλι – εννοείτε -  αόρατα…
         Μπορούμε να αντιδράσουμε; Έστω και τώρα; Κατηγορηματικά ναι. Αν και η μάχη δείχνει χαμένη από καιρό ίσως να μένει κάποια ελπίδα. Πιθανόν η επιλογή να είναι μονάχα μία. Η προοπτική να γίνουμε ελεύθεροι. Όχι την ελευθερία που προτείνει το σύστημα. Αυτό ονομάζεται ελευθεριάζουσα δουλεία και μάλιστα βαριάς μορφής. Ελευθερία από την άλλη, την Ρωμαίικη και Ορθόδοξη. Ελευθερία του νου και της καρδιάς. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί με το να πάρουμε το μαχαίρι και να κόψουμε κάθε δεσμό με το σύστημα τους. Τηλεόραση και internet κυρίως. Εννοώ ειδήσεις, φτηνά τηλεοπτικά προγράμματα, εφαρμογές του διαδικτύου που προσφέρουμε «στο πιάτο» όλο μας τον εαυτό. Κι έτσι σιγά - σιγά θα σταματήσει ο έλεγχος μας, , θα να αναπνεύσουμε καθαρά, θα επαναπροσδιορίσουμε τη ζωή και τις προτεραιότητες της, θα επιχειρήσουμε συνάντηση και πάλι με ταλαιπωρημένο μας εαυτό. Στόχος; να γυρίσουμε εκεί που ήμασταν, εκεί που ανήκουμε, εκεί που πραγματικά μπορούμε να βιώσουμε την ελευθερία.
         Σε καταστάσεις εμπόλεμες όταν μας βομβαρδίζουν, καταφεύγουμε στα καταφύγια για να γλιτώσουμε από την έκθεση μας στις βόμβες. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και τώρα, μονάχα που ο βομβαρδισμός είναι αόρατος. Η ελευθερία του νου και της καρδίας μας είναι το τελευταίο μας καταφύγιο…

Ευάγγελος Θεοδώρου
Δημοσιευμένο άρθρο στο apela.gr, 15 Μαΐου 2010

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Χους ει και εις χουν απελεύσει

Δεν είναι η σειρά του αλλά τα γεγονότα και η επικαιρότητα με ωθούν να φωνάξω, και δεν είναι φωνή. Είναι κραυγή μοιρολογιού, είναι θρήνος γοερός, είναι κλάμα μικρού παιδιού που χάνει τη μάνα του. Είναι οργή για το θανατικό που βάλθηκε να ξεκληρίσει μιαν ολόκληρη γενιά, έναν τόπο ή μάλλον κάτι πολύ παραπάνω από τόπο. Οργή για το θανατικό που ξεκληρίζει έναν ολάκερο Πολιτισμό…



Χους ει και εις χουν απελεύσει

     Ποτέ δεν με ενδιέφεραν οι κομματικοί σχηματισμοί όπως τουλάχιστον παρουσιάζονται στον πολιτικό βίο τα τελευταία τριάντα χρόνια. Κι αυτό, γιατί από μικρός υποψιαζόμουν πως κάτι άλλο πρέπει να είναι αυτό που ορίζει την ελληνικότητα μου και δίνει λόγο διαφορετικότητας στην καταγωγή μου, πέραν και άσχετα από ιδεολογίες που εμφανίστηκαν στο διάβα της ιστορίας μόλις πριν εκατό – εκατόν πενήντα χρόνια. Στα 1983 που είδα το φώς του ήλιου, η ιστορία βάραινε ήδη τις παιδικές μου πλάτες με μια παράδοση κι έναν πολιτισμό ιλιγγιώδη, αδύνατον να χωρέσει μέσα σε σχήματα και κανόνες του αιώνος τούτου.
         Στα χρόνια των λυκειακών σπουδών μου επαναστάτησα αντιλαμβανόμενος πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν μπορούσα να προσδιορίσω τι, μα κάτι δεν πήγαινε καλά. Έγραφα, παιδί ακόμα στα 1998:

«…Δεν είναι πείσμα ούτε εγωισμός
να θέλω να ξεφύγω απ’ τη μιζέρια
και πάλι εκεί ψηλά σαν αετός
να ταξιδεύω στου στερεώματος τ’ αστέρια…»

         Κατά την εγγραφή μου στο τμήμα Βιβλιοθηκονομίας και Συστημάτων Πληροφόρησης στο Α.Τ.Ε.Ι. Αθηνών κατάλαβα ποιό ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα, ο καρκίνος της πατρίδας. Τα κόμματα και οι νεολαίες που ελέγχουν. Αριστερά, δεξιά, κεντρώα, όλα μηδενός εξαιρουμένου. Καρκίνος μεταστατικός, ανεξέλεγκτος, εκφυλιστικός. Στον κεντρικό διάδρομο του μεγαλύτερου τεχνολογικού ιδρύματος της χώρας η υποκουλτούρα, η υποκρισία, η εξαπάτηση και η υφαρπαγή ψυχών και σωμάτων ήταν ανεξέλεγκτη. Άνοιξα συζήτηση, προσπάθησα να καταλάβω. Εις μάτην.
         Τρεις μήνες μετά μπήκα στο αμφιθέατρο για τη γενική συνέλευση. Όλες οι κομματικές νεολαίες εξάντλησαν κάθε βλακώδη μέθοδο για να με πείσουν να συμπαραταχθώ και να ψηφίσω τη μία ή την άλλη κομματική επιλογή. Αρνήθηκα ευγενικά και στάθηκα στα πίσω έδρανα να παρακολουθήσω. Τρόμαξαν τα αυτιά και τα μάτια μου. Λόγος κενός, διάλογος ανύπαρκτος, γλώσσα παιδαριώδης, μίσος από όλους προς όλους, υποκρισία, συμφέροντα. Ακριβώς όταν ξεκίνησε η ψηφοφορία έφυγα, δεν άντεξα. Θυμάμαι μόνο πως συλλογίστηκα τους γονείς μου που μάτωναν τα χέρια και τα γόνατα τους να σπουδάσω, να μορφωθώ για να προσφέρω στην κοινωνία καθώς μου λέγανε.
         «… Από τη στιγμή που θα σε πληγώσει η Ελλάδα εσωτερικά - η Ελλάδα όπως συχνά το λέω, όχι σαν τόπος αλλά σαν τρόπος βίου - από εκείνη τη στιγμή πια δεν μπορείς να την αγνοήσεις. Και θα κατέβεις ακόμα κι ως τις πιο έσχατες λεπτομέρειες οι οποίες όμως επηρεάζουν ακριβώς τη συνείδηση του λαού μας, όλων μας, σε αυτό που είναι η Ελλάδα. Στην ευγένεια της καταγωγής του να είσαι Έλληνας, στην αρχοντιά που είχε πάντα το να είσαι Έλληνας…» Απομαγνητοφωνημένα λόγια του Χρήστου Γιανναρά.
         Στα 2012 το κομματικό καρκίνωμα τούτου του τόπου κατέβηκε στην βαθύτερη άβυσσο της καταστροφής και εκεί θα εναποθέσει το κουφάρι του. Ξεχαρβάλωσαν τα πάντα, καπηλεύτηκαν τα πάντα, απονοηματοδότησαν το νόημα του ελληνικώς ζην και αντ’ αυτού προσέφεραν το απόλυτο τίποτα, προσέβαλαν χυδαία με τις ιδεολογίες τους τις λέξεις πατρίδα, πίστη, δημοκρατία, αλήθεια, κοινωνία. Υποβίβασαν την αξία της ανθρώπινης ζωής, απομείωσαν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της, υποχρέωσαν έναν ολόκληρο λαό να τετραποδίσει πολιτιστικά αφού τα πάντα ελέγχονται ή σχετίζονται με τα κόμματα.
         Έπαιξαν με την ιερή ελληνική γλώσσα, χρησιμοποίησαν την τέχνη – μουσική, ζωγραφική, θέατρο – για κάθε είδους φαύλο και ίδιο συμφέρον, εκμαύλισαν τις συνειδήσεις των πολιτών προσφέροντας λεφτά, πτυχία, εργασιακή εξασφάλιση, ηδονικές απολαύσεις, αναγνωρισιμότητα. Καταδυνάστευσαν και περιθωριοποίησαν κάθε πιθανότητα ελεύθερης έκφρασης, κάθε τι που δεν ήλεγχαν ή δεν χρησιμοποιούσε τις πρακτικές τους και τη γλώσσα τους. Λες και όλοι έπρεπε να είμαστε δεξιοί ή αριστεροί σώνει και καλά. Έπαιξαν με τον κόπο και το μόχθο των Ελλήνων στα χρηματιστήρια, χρέωσαν και τις επόμενες γενιές που θα ζήσουν και δέσμευσαν την ίδια τη γη, εξαπάτησαν με τις υποσχέσεις τους, χρησιμοποίησαν τον πόνο του κόσμου, εργάστηκαν κάθε είδους απάτη και ανομία εις βάρος της ίδιας της πατρίδας. Νομικά δεν ξέρω, μοναχά γνωρίζω πως η προδοσία έναντι της πατρίδας έχει πολλούς λόγους να ορίζεται εσχάτη…
         Απ’ όλους; Απ’ όλους στο βαθμό που δεν διαχώρισαν κάθετα τη θέση τους, που είδαν ή άκουσαν να διαπράττονται εγκλήματα και δεν τα κατήγγειλαν, που χόρεψαν ή διαδήλωσαν με τα χρήματα που δεν παρήγαγαν, που συμμετείχαν στη λεηλασία κάθε ορθολογικής κοινωνικής λειτουργίας μόνο και μόνο για να ταΐζουν την τσέπη, τον εγωκεντρισμό και τη ματαιοδοξία τους. Απ’ όλους στο βαθμό που στέρησαν το δικαίωμα στα παιδιά να μπορούν να σκέφτονται και στους ηλικιωμένους να μπορούν να ζήσουν, που δίχασαν και διχάζουν τους Έλληνες πουλώντας πλαστές και εφήμερες ιδεολογίες. «Χους ει και εις χουν απελεύσει», επιτέλους…

Ευάγγελος Θεοδώρου
Αδημοσίευτο άρθρο, 8 Νοεμβρίου 2012
 





 

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Άγγελε μου



Κατασκήνωση Ταϋγέτης, καλοκαίρι του δυό χιλιάδες πέντε. Μεσημέρι ήτανε θυμάμαι κι ήμουν ξαπλωμένος στο μονόκλινο, τ’ άλλα κουκέτες, κρεβάτι του ομαδάρχη. Δεν είχα ύπνο. Άλλα παιδιά κοιμόντουσαν, άλλα ψιθύριζαν στο σεβασμό του μεσημεριανού σιωπητηρίου. Πήρα στυλό και χαρτί να γράψω, χρόνια είχα να γράψω. Θυμάμαι σαν τώρα μιαν ελαφρά ταχυπαλμία, ένα εσωτερικό βουητό όπως ο θόρυβος που κάνει το νερό σαν κατεβαίνει τον Ξεριά στη πρώτη νεροποντή. Εκεί στον τόπο που αγάπησα με πάθος έγραψα τους παρακάτω στίχους μια κι έξω, που γίνηκαν αμέσως τραγούδι, γινήκαν προσευχή, αύρα λεπτή της παρουσίας Του…


Άγγελε μου

Τρόμαξαν τα μάτια απ’ τη πληγή του κόσμου
πέθαναν τα όνειρα που έκανα μικρός
γύρισε ο άνεμος που φύσαγε πρίμος
και τώρα μανιασμένος φυσάει κι αυτός…

Μα είναι ο Θεός κρυμμένη ελπίδα
σε όσα δεν είδα και θέλω να δω

Τι κι αν φοβάμαι, τι κι αν δακρύζω
ελπίζω άγγελε μου ελπίζω
και σαν ξημερώσει κι ανοίξω τα μάτια
δυνατά θα φωνάξω πως θέλω να ζω

Άγγελε μου
φύλαξε μου
όσα ελπίζω
κι όσα ζω 


Ευάγγελος Θεοδώρου
Ιούλιος 2005, εικοσιδύο χρονών

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Πάντα εν σοφία εποίησας...



Σχέση ερωτική είχα πάντοτε με τα δημιουργήματα. Δεν μου κινούσαν το ενδιαφέρον τα κτιστά, αλλά το κάλλος των κτιστών πλασμένο έντεχνα από τα χέρια του δημιουργού. Το καρεκλάκι του παππού που ακόμα έχω, το τσίγκινο κιούπι του νερού, το δερματόδετο βιβλίο, το χειροποίητο ντουλάπι στο χωριό. Οτιδήποτε είχε πλαστεί κι είχε μέσα του ζωή, την ίδια την αναπνοή του δημιουργού του… Ποιο πολύ ερωτευμένος ήμουν, και παραμένω, με το κάλλος του ορατού κόσμου μορφωμένο από τα χέρια του υπέρ πάντων τεχνίτη Δημιουργού…


Το φεγγαρόφως

Το φεγγαρόφως αμείλικτο
σαν αραχνοΰφαντο πέπλο
σ’ ένα γαλανό και πράσινο φως μαζί
σκεπάζει τη γη.
Τα φύλλα των δέντρων πιο βαριά απ’ το φως
μα πιο ανάλαφρα απ’ το χρώμα
ταξιδεύουν στην αίσθηση του άκτιστου
του αέναου, του άυλου, του πελώριου,
του μοναδικού.
Συντροφιά ακούραστη σ’ αυτόν που κοιμάται
ή στον άλλο που ξαγρυπνά
σ’ αυτόν που δουλεύει ή σ’ αυτόν που περπατά
δείχνει το δρόμο
ανοίγει το νου για σκέψεις ατέλειωτες
μαγικές, ονειρώδεις,
γεμάτες ελπίδα, φαντασία
γεμάτες μέλλον.
Σσσς… απόλυτη ησυχία
σαν σεβασμός στην ανωτερότητα
σαν παραχώρηση δικαιώματος
που κυρίαρχα ζει, υπάρχει και φαίνεται.
Και συνεχίζει, όλο συνεχίζει…

Ευάγγελος Θεοδώρου
Ιανουάριος 2000, δεκαεφτά χρονών