Επέλεξα σήμερα στη χαραυγή του νέου
έτους, να ευχηθώ ευχή παράξενη και δύσκολη αναρτώντας το παρακάτω άρθρο. Δεν το
κάνω για λόγους διαφορετικότητας, αλλά ιχνεύοντας εκείνο το θαύμα που μπορεί να γεννήσει
ένα καλύτερο νέο έτος...
Πήρα ένα
σάκο στον ώμο κουβαλώντας νερό, φωτογραφική μηχανή, κάμερα και τράβηξα ίσα στην
έρημο. Χώμα και πέτρες έδιναν φτωχό θέμα στις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες μα
δεν πτοήθηκα. Πήγαινα στον τόπο της σιωπής. Μου ‘πε κάποιος πως σε ‘κείνο τον
τόπο η σιωπή ακούγεται και κίνησα να τον βρω.
Όχι πολύ σύντομα, στ’ αριστερά μου,
διέκρινα ένα σωρό από βράχια. Το ένα αγκαλιά στ’ άλλο δημιουργούσαν μια μικρή
σπηλιά. Έβγαλα τη φωτογραφική μηχανή και τράβηξα μερικές φωτογραφίες. Πήρα και
μερικά πλάνα με την κάμερα. Πλησιάζοντας, ένα αλλόκοτο συναίσθημα έλουσε
ολόκληρη την ύπαρξη μου. Βρήκα τόπο και στάθηκα να ακούσω. Τίποτα, απόλυτη
ησυχία. Πρώτη φορά στη ζωή μου βρέθηκα σε τόπο ανοιχτό όπου δεν ακουγόταν τίποτα.
Φευγαλέα πέρασε η σκέψη να ηχογραφήσω, μα τι; Ακούμπησα στο χώμα το σάκο,
κάθισα κατάχαμα και περίμενα. Δεν ξέρω τι, μα περίμενα. Κάμποση ώρα μετά άρχισα
να συλλογιέμαι…
«Καιρός του σιγάν και καιρός του λαλείν» (Εκκλ.
γ΄ 7). Σε ένα σύντομο έλεγχο βρήκα τον εαυτό μου να μιλά ακατάσχετα, να
αργολογώ και να φλυαρώ χωρίς αντικείμενο, να σκέφτομαι οτιδήποτε χωρίς έλεγχο,
να συζητώ αδιάκοπα με τον εαυτό μου χωρίς αποτέλεσμα. Βομβαρδισμένος καθημερινώς από ήχους, θορύβους,
φωνές, τραγούδια και σκέψεις αναρωτήθηκα αν έδωσα έστω μια φορά στον εαυτό μου την
ιερή ευκαιρία της σιγής. Αν έστω μια φορά πήρα το δύσκολο και ίσως επικίνδυνο
δρόμο της σιωπής, για να ακούσω. Κάποιος μου ‘χε πει πως τα πιο μεγάλα όνειρα, οι
πιο σπουδαίες ιδέες, τα πιο όμορφα λόγια, τα πιο ειλικρινή συναισθήματα, το
δάκρυ και το χαμόγελο γεννιούνται στη σιωπή.
Σιωπή είναι η αναρρίχηση πάνω από το
χάος της ανθρώπινης ύπαρξης που κοιτά κατάματα τον άνθρωπο όταν τα πάντα γύρω
του και εντός του σιγήσουν. «Καιρός του
σιγάν» λοιπόν… Αλλοίμονο, είκοσι εννιά χρόνια πατώ τη γης, καιρό τέτοιο δεν
έζησα. «Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα
καθόλου μέλι» έλεγε ο κάποτε θυμόσοφος λαός μας. Κι εγώ, το μέλι αυτό δεν
το γεύτηκα ποτέ; Αλλοίμονο…
Η σιωπή προαπαιτεί ταπείνωση, έξοδο
από το εγώ. Σιωπή σημαίνει πως παραχωρώ στο Θεό, στον συνάνθρωπο μου, στον ίδιο
μου τον εαυτό την ευκαιρία να μου μιλήσει. Όχι περιστασιακά ή χάριν
επιφανειακής - δυτικίζουσας ευγένειας - αλλά ουσιαστικά. Εκχωρώντας το πολύπαθο
και επικίνδυνο «δικαίωμα μου» να έχω
γνώμη για όλα, να μπορώ να μιλήσω για όλα, να μπορώ να διαφωνήσω με τα πάντα
απαιτώντας να με ακούσει ο συνομιλητής μου με το ζόρι, γιατί έτσι θέλω. Οι
παλαιότεροι έλεγαν πως ο Θεός μας έδωσε δύο αυτιά κι ένα στόμα και μάλιστα στο
στόμα έβαλε μπροστά και δυο φραγμούς, τα χείλη και τα δόντια. Ούτε την ίδια τη
μορφολογία μας δε σεβαστήκαμε κι έτσι καταντήσαμε μια κοινωνία που όλοι μιλάνε
μα τίποτα δε λένε, που όλοι προτείνουν και τίποτα δεν γίνεται, που όλοι συζητούν μα δεν συνεννοούνται, που
παντού και πάντα πρέπει κάποιος κάτι να πει κι ας είναι και ανούσιο, χάριν της
συζήτησης, χάριν της παρέας, έτσι για να περνά η ώρα…
Κι από την άλλη μια ολάκερη ζωή
φτιαγμένη έτσι ώστε ο άνθρωπος ποτέ να μην ησυχάζει ποτέ, να μη βρίσκει
ευκαιρία να συναντήσει τον εαυτό του, να μην μπορεί να βιώσει ούτε καν το
ενδεχόμενο της ησυχίας ισορροπώντας την πολύβουη και ανέμελη ζωή του. Μια απλή
παρατήρηση μας πείθει πως ο σύγχρονος άνθρωπος συστηματικά προσπαθεί να κρυφτεί
από τον έλεγχο της σιωπής με κάθε τρόπο. Η ανάγκη της συνομιλίας δημιούργησε το
κινητό που έγινε η προέκταση του χεριού και του αυτιού μας, το ραδιόφωνο
παλαιότερα - το mp3 player σήμερα - που βρίσκονται παντού, την τηλεόραση που μας συντροφεύει ακόμα
και στον ύπνο μας. Φεύγουμε στο χωριό ή διακοπές για να ησυχάσουμε και τελικά
μένουμε ανήσυχοι…
Υπάρχει, ευτυχώς, και ο άλλος δρόμος,
ο δύσκολος μα διδακτικός δρόμος της σιωπής. Εκεί που τα μάτια δακρύζουν
κατανοώντας το πάροικο της γήινης ύπαρξης μας, η προσευχή ζωντανεύει την σχέση
με το Θεό, η αγάπη εκδηλώνεται και αξιολογείται στο επίπεδο της κοινωνίας της,
η ελευθερία μετράται υπαρκτικά κι όχι με πολιτικά ή κοινωνιολογικά μέτρα, η
γνώση αυξάνεται ως ποικιλότροπη προσφορά, η συνείδηση τίθεται σε λειτουργία
ελέγχοντας τις πράξεις και τα λόγια μας, η κριτική ικανότητα αναβαθμίζεται
χάριν της διάκρισης των ποιοτήτων, ο έλεγχος του σώματος γίνεται ακριβέστερος
με στόχο την υγεία του, η συγκέντρωση (αντίθετο της διασκέδασης) του νου
φανερώνει τον εντός ημών άνθρωπο.
Γνωρίζω κάποιον που ποτέ δεν συζήτησα
μαζί του, που δεν τον άκουσα ποτέ να φλυαρεί, που ποτέ δεν απαίτησε να πει ή να
επιβάλει τη γνώμη του και την άποψη του, κι όμως η σιωπή του ήταν διδακτική ίσα
με μια βιβλιοθήκη. Στη σιωπή φανερώνει ο άνθρωπος τις αρετές του και στα λίγα
λόγια τις κοινωνεί, στο ήσυχο του βίου του διδάσκει, στο βλέμμα του ελέγχει,
στην μυστική προσευχή του αγαπά.
Στα χρόνια των διαδηλώσεων, της γνώμης
που πρέπει να ακουστεί, της άποψης που όλοι πρέπει να διατυπώσουν, των
συνθημάτων που όλοι φωνάζουν, η σιωπή είναι ο άλλος δρόμος. Δεν είναι ο
μοναδικός, αλλά αυτός που θα ισορροπήσει την φλυαρούσα ζωή μας. Στην ησυχία του
δωματίου μας ας σταθούμε σε μια γωνιά, ας κλείσουμε τα μάτια να ακούσουμε τη
σιωπή να μας διδάσκει. Τούτη η σιωπή δεν επιτυγχάνεται με τεχνικές ανατολικών
θρησκειών και ασφαλώς δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη χαλάρωση και το relax του δυτικού κόσμου. Είναι μια στροφή προς τον εντός ημών άνθρωπο σε μια
συνάντηση που ίσως αποτελέσει το σταυροδρόμι που ποτέ δεν περάσαμε, τα λόγια που
ποτέ δεν ακούσαμε, το παραμύθι που δεν μας διηγήθηκε κανείς, τους στίχους που
δεν έγιναν τραγούδι. Μέσα σ’ αυτή τη σιωπή σαν κάτι να βουίζει…
Ευάγγελος Θεοδώρου
δημοσιεύτηκε στο apela.gr, 29.10.2012